17.12.15

στ' αλήθεια δεν τον γνώρισα. νόμισε πως τον απέφυγα. πού να του εξηγείς πως δεν είμαι έξυπνη, διότι οι έξυπνοι διαθέτουν μνήμη. κάτι περίεργες στιγμές θυμάμαι μόνο και πρόσωπα που πολύ μ’ ενδιαφέρουν. πού να εξηγείς...

ανέκδοτο
την γραφή μου πολλοί ηγάπησαν, έχω και τεκμήρια emoticon tongue 
τον κωλοπαιδισμό μου ολίγοι
όσοι ηγάπησα δηλαδή.


ανέκδοτο

28.11.15

ζούμε στο κέντρο της πόλης, είπε η φαλακρή τραγουδίστρια. 
παραδίπλα η κυρία σμιθ με την κυρία μάρτιν στόλιζαν το δέντρο. 
έρχονται χριστούγεννα, είπε ο κύριος σμιθ.

ανέκδοτο

14.11.15

τρέχει το μέλλον, έχει γίνει ήδη παρόν. μάλλον το προλάβαμε.

30.7.15

γιατί ειδύλιο δεν σημαίνει αυτό που καθιερώθηκε να σημαίνει, ειδύλιο είναι το μικρότερο είδος, το μικρότερο της τραγωδίας και αυτό ζούμε ένα ειδύλιο εξελισσόμενο σε τραγωδία.

ανέκδοτο
το ανέφικτο και επιθυμητό συνυπάρχουν 
σε αγαστή συνεργασία με το προσιτό και ανεπιθυμητό 
κανείς δεν μπορεί να σκορπίσει σύννεφα και πεταλούδες αναμεσά τους εν είδει σκόνης και χρωμάτων προκειμένου να αποκλίνουν. Όταν τα συνάντησα για πρώτη φορά αντέδρασε το "εγώ" και αποχωρίστηκε απ' τον "εαυτό" ή μάλλον αποκόπηκε σαν νέος οργανισμός απ' την μήτρα του μυαλού μου, έψαχνε για έξοδο σκοτεινή με προδιαγραφές φωτισμού, γεμάτου αντανακλάσεις. διαπίστωσα πως το ανέφικτο είχε μετουσιωθεί σ' αυτό που πάντα η καρδιά πίστευε για καλό και το οφθαλμοφανές είχε βγάλει απαίσιες πληγές που βρωμούσαν φορμόλη με σταγόνες υάκινθου για να ξεγελάει.Πάντα υποψιαζόμουν πως ό,τι είναι προσιτό δεν προέρχεται απ' την οικογένεια των επιθυμιών, έχει εξοστρακιστεί προ πολλού, μα τώρα τόβλεπα στην διάσταση την πραγματική, ήταν το κακό ολόκληρο, ίδιον του "εγώ".


ανέκδοτο
. όταν η σκέψη πέρασε από κόμματα, άνω τελείες, θαυμαστικά κι αποσιωπητικά κι έφτασε στην τελεία, η σκέψη τελείωσε, άρα είναι πια εδώ.
τελεία.


ανέκδοτο

everything is important nothing is important



ο δικός μας ο μεσαίωνας θάναι συγκινητικός, άνθρωποι θα κάμνουν καλές πράξεις, ευσυγκίνητοι, άνθρωποι θα κλείνουν τα μάτια στην απαξίωση μιας κυβέρνησης που τους κοροϊδεύει στα φανερά, άνθρωποι θα συγκινούνται για το κακό που τους βρήκε, θάναι συγκινητικός μεσαίωνας με μαντηλάκια στην κωλοτσέπη να σκουπίζουμε δάκρυα και να μαζεύουμε τον εμετό μιας κυβέρνησης που πολλοί αγαπούν και δεν τολμούν να μιλήσουν καθαρά, ν’ αποδεχθούν το ξεπούλημά τους, να δουν το μασκάρεμά της. θάναι συγκινητικός μεσαίωνας. θα συγκινούμαστε που θα πεθαίνουμε υπό την σκέπη μιας για πρώτη φορά αριστεράς, θάναι πολύ συγκινητικά. ήδη είναι πολύ συγκινητικές οι σκέψεις αυτών που περί άλλων τυρβάζουν.

ανέκδοτο
να χάνεις σε εγώ να κερδίζεις σε εσύ
λόγια λόγια λόγια
ώσπου ντρέπεσαι για τα όνειρα.


ανέκδοτο
τόσα ποιήματα για το μπλε του βερμίρ κι ελάχιστα για το μπλε του πικάσο
είναι που και το μπλε χρειάζεται τον μύθο του.


ανέκδοτο
το μυαλό μου είναι μια βρύση, τρέμω τη στιγμή που θ’ ανακοινωθεί διακοπή υδροδότησης λόγω βλάβης εκείνου του σωλήνα που στοιβάζονται τα σκατά απ’ τους καμπινέδες τους. κι όλο και ταρακουνιέται ο σωλήνας με τις μπιγκόνιες που στροβιλίζονται στο σκουριασμένο περίβλημά του. στην άκρη αυτής της ιστορίας δεν θάναι κανείς να γράψει το τέλος της, εκτός απ’ το τρέμουλο του σωλήνα υδροδότησης. η βρύση του μυαλού μου θα ξεχαστεί σκουριασμένη ανάμεσα στα σκατά μιας ολόκληρης πολιτείας. θ’ αρδεύομαι εν τω μεταξύ από κάτω σου μέχρι να βουλιάξω στις μπιγκόνιες.

ανέκδοτο
πόσο μου αρέσει η μούρη σου κ. αϊνστάιν μου!!!
το μυαλό σου το αγαπάει όλη η γη, τί να το κάνεις...


ανέκδοτο

20.7.15

κάτι αντίο ακούω 
είναι που ήρθανε.


ανέκδοτο

19.7.15

βαρέθηκα τους κύκλους
τη στέρεη γνώση λαχτάρησα
ραντεβού στις γωνιές των τετραγώνων.
βαρέθηκα τους απόντες 
που δηλώνουν παρόντες στο χουχούλιασμα του αχ
και τα σκοτωμένα ζώα βαρέθηκα
και το φτυάρι πούναι φτυαράκι αμμουδιάς
και μένα με βαρέθηκα
μια οικειότητα πόνου μου λείπει
ένα κλεφτοφάναρο ζωής
να βλέπω τους κάκτους ν’ ανθίζουν
μήπως κι είναι ζωή το αγκάθι
και χρυσόμυγα η κατσαρίδα.
κι ας σχεδιάζαμε νάνους στον πύργο
και γίγαντες στο κουκλόσπιτο.


ανέκδοτο

14.7.15

είναι και κάτι όχι γδαρμένα, ζώα πληγωμένα μα είναι και κάτι ζώα μεταλλαγμένα, αγκυλωμένα στο ψέμα, μας φάγανε τις μουσικές, στριγγλίζουν χωρίς φρένα, μας εκτελούν και όχι απολύτως, μίζεροι έρωτες του περίπου.
κι ήταν και το ουζερί 
γεμάτο με ουρί
νάταν κι ο μπέκετ στο σκαμνί
θάχε μεζέδες και ρακή
μα όλα ήτανε λειψά
κεκραγμένα ήδη στην πυρά
κι εμείς φωνάζαμε δειλά
διαβάζαμε και πίναμε θρηνούντες
τον θάνατο αγνοούντες
και μια ζωή λιμοκτονούντες.


ανέκδοτο

28.6.15

ψιμύθια

παραμορφωτικός καθρέφτης/ όταν κοιτάμε απ' την κλειδαρότρυπα, είναι καλό να λείπει το κλειδί.

ιδιωτικότητα/ όταν αυτοκτονεί κάποιος, ποτέ δεν θα μάθεις τους λόγους. μη σκαλίζεις σκουπίδια λοιπόν.


φόβος/ πάντα οι άνθρωποι ανακουφίζονται όταν σκεπάζουν τον νεκρό, παρόλο που πάντα αποστρέφουν το βλέμμα τους απ' την ανυπαρξία του.


- αποδοχή/ καλώς καταργήθηκε η δοτική, εμπρόθετη είναι πιο εύχρηστη.


- αυτοψία/ πάντα θα υπάρχει διχασμός ανάμεσα στο κίνητρο και στην αιτία.


αποτέλεσμα/ καμμία έρευνα δεν αποδίδει τα δέοντα όσο δεν υπάρχει πρόβλημα.


παραμύθιασμα/ όσο παραμυθιάζεται το ένστικτό μας από μεμονωμένες κινήσεις "φιλευσπλαχνίας" τόσο πιο μακριά θάμαστε απ' τον στόχο.


επαναφορά παράπονου/ νάχεις γερή κράση και ν' ασθενείς απ' το συναίσθημα.


απλοϊκότης/ να εξηγείς έναν άνθρωπο απόλυτα χωρίς να γνωρίζεις αν ζει.


ανεκτικότης/ ν' ακούς κάποιον εν τη γελοιότητα των επιχειρημάτων του.


νοσηρότης/ η αμηχανία της διστακτικότητας.



ανέκδοτο

21.6.15

υπάρχουν άνθρωποι που όταν μεγαλώνουν ακόμη διαθέτουν μια παρθενική ιδιότητα απέναντι σε κάποια πράγματα. είναι το αντίτιμο μιας ανυποψίαστης νεότητας και το πληρώνουν πότε έτσι πότε αλλιώς.

ανέκδοτο

6.6.15


μερικοί άνθρωποι έστω και ποιητικά βγαίνουν απ’ το κλουβί τους και μερικοί δεν τα καταφέρνουν ποτέ. κάποιοι λίγοι βγαίνουν και χωρίς ποίηση κι ανταμώνουν με τους πίθηκους του παρελθόντος.
ανέκδοτο

22.5.15

you know what's sexy?
a real conversation/
-κλεμμένο, ξέμπαρκο-
όσο κολυμπάω τόσο απομακρύνομαι απ’ την ακτή μου/σου/του/μας.

ανέκδοτο
αυτοί που λησμονούν τον εαυτό τους θέλουν να ξεχάσουνε.
{κόμμα είτε στο λησμονούν είτε στο τους}

ανέκδοτο
όλα ξεκίνησαν όταν έπαψαν να κτίζονται σπίτια με χωλ.

ανέκδοτο
το σώμα του καθενός κουβαλάει τον μύθο του κι όταν τα χέρια αδύναμα να τον κουβαλήσουν εις το διηνεκές, δεν υπάρχει σώμα. τα μούσκουλα δεν κάνουνε δουλειά, κάποια τατού στο μέρος της άνω σιαγόνος, το σύδεντρο θάναι να στεγαστεί ο μύθος.

ανέκδοτο

17.5.15

το ερωτηματικό διαλύθηκε 
έγινε άνω τελεία και παρένθεση.
την ώρα που το λειψό φεγγάρι
κρύβει όσα φωτεινά μας περιμένουν
πώς δεν ακούγεται το σφύριγμα του τρένου που τα φέρνει?
κουράστηκαν οι άνθρωποι απ’ τ’ ακονισμένα, λίγο χάδι της άμμου να ελαφρύνει τον πόνο στο κεφάλι.

αμοιβαιότητα πόνου στην καλλιδρομίου

πολλά λουλούδια 
λίγες οι φρέζιες.
τελειώνουν, μούπε
τα λουλούδια? ρώτησα
όχι, οι φρέζιες, μην τρομάζεις, είπε.
ανάσανα βαθιά
με θυμάται σκέφτηκα, κάθε βδομάδα φρέζιες.
τις έβαλε σε μια σακούλα
πλήρωσα και χαιρετηθήκαμε.
ευτυχώς, δεν τελειώνουν τα λουλούδια
κάτι θα βρω να μου αρέσει.

30.4.15

δυσφράδεια

μη μου γλύφεις πρωτομαγιά, πρωταπριλιά νάναι να γελάω.

ανέκδοτο

το σώμα του καθενός κουβαλάει τον μύθο του κι όταν τα χέρια αδύναμα να τον κουβαλήσουν εις το διηνεκές, δεν υπάρχει σώμα. τα μούσκουλα δεν κάνουνε δουλειά, κάποια τατού στο μέρος της άνω σιαγόνος, το σύδεντρο θάναι να στεγαστεί ο μύθος.

ανέκδοτο

το υπόρρητον του έρωτα

κι ύστερα κατάλαβε πως δεν τον αγαπούσε, είχε πάψει ν’ αγαπάει όλο τον κόσμο.

ανέκδοτο

23.4.15

κι έριχνε χαλίκια στα σπουργίτια, τα τάιζε χαλίκια. τα ψίχουλα είχαν τελειώσει.

ανέκδοτο

10.4.15

τις ξαπλώνω στο πάτωμα
περπατάω πάνω τους
ατσαλάκωτες παραμένουν
τις ξαναπερπατώ.
όλες τις φωτογραφίες τις έχω τυπώσει
εις πολλαπλούν

μήπως και τσαλακωθούν.

ανέκδοτο

με τ’ αποφόρια του τηλεφωνήματος να περπατάει στο ταβάνι
να γράφει και να μετράς τις κινήσεις στα δάχτυλά του
στον πόθο να γαληνεύεις
στην ερημιά να ελπίζεις
το παρελθόν να μοιάζει μέλλον
το σήμερα νάναι παρόν
να τα μπερδεύεις
το χάος νάναι μαζί σου
«γιατί η αγάπη θάταν αγάπη για το στραβό πράγμα»
κι εσύ αργόσχολος ανάμεσα
στυγνός εκτελεστής μιας άλλης συμφωνίας
να χάνεσαι στην γενετήσια πράξη μιας παράγκας
κι όταν όλα σβήσουν
κι όταν όλα
μια παρτίδα σκάκι ν’ ανακηρύξει τον βασιλιά που μισείς
και οι πριγκήπισες στις άδειες κάμαρες να σε καρτερούν
και τ’ αποφλοιωμένα κόκαλά σου να μην το μαρτυρούν
αποθανείν να λένε
στην γλώσσα εκείνη που ξέχασες
και που σε προστατεύει.

- «γιατί η αγάπη θάταν αγάπη για το στραβό πράγμα» έρημη χώρα, έλιοτ -

ανέκδοτο
έμπνευσή μου ο σταυρός, καθολικών και διαμαρτυρομένων  /
αχ αυτό το χι
το ευνούχισαν οι θρησκείες
σε μη συγκερασμό απόψεων το φωνάξαμε
σου βάζω χι
έστω delete
πλειοδοτούν εις διαβεβαιώσεις
και κάποιοι από μας δια παντός
αχ αυτό το χι
αν τόχεις μέσα σου
καρφωμένο σαν σταυρό άθεου
πάντα θα το φωνάζεις.
μπορεί να στόμαθε κι η θεια σου η ευτέρπη
η θεούσα, με το βλέμμα το ανέραστο
και με το χι το ερωτικό.

ανέκδοτο


αραγμένη η ορχήστρα
κύμβαλα αλαλλάζουν
εξάρθρωση οσφύος
υπερβέβαιη για τις μουσικές της

υπολογιζόμενη η αρμονία του κοινού.

ανέκδοτο
κι ύστερα εμετρήθησαν
δύο είναι λίγοι
από τρεις και πάνω εόρτασαν την μοναξιά τους.

ανέκδοτο


είναι ένας ήλιος αιμοβόρος
σε θέλει ολόδικό του
σαν περπατάς από κάτω του χαμογελάς
όταν χάνεσαι εξώρας
ανεπίκαιρο το χάδι του
η οψιμότης σου εμπρόθεσμη
όχι για εκείνον
σαν τον ανταμώσεις
επωφελήσου της διαχυτικότητας
ενθυμήσου.
έτσι περπάτησα σήμερα
μ’ ένα σκουφί πράσινο, απ’ τον δρόμο αγορασμένο
να κρύψω την αχτενισιά την επίκαιρη
και χάθηκα στα στενά τ’ ανήλιαγα
πάγωσα

το ψεύτικο εξαπάτησε και τον εαυτό του.

ανέκδοτο

26.3.15

το σιφόνι/
έκτη φορά ο υδραυλικός
στάζει, τρέχει το σιφόνι
διάγνωση μηδέν
να σταματήσω να ανοίγω την βρύση
έχει και στο μπάνιο νερό
να βάλω ένα λάστιχο
να το τραβάω και στην κουζίνα
δεν λες καλά που έχω νερό?
από την άλλη
αν δεν είχα

δεν θάχα και σιφόνι.

ανέκδοτο
μετά το σιφόνι, η κουρτίνα/
μόλις σουρουπώνει την κλείνω
χάνω κάτι κορυφές δέντρων
δυο οικοδομές απέναντι
ένα κομμάτι κέικ ουρανού
λίγο θόρυβο
και κάμποσο αέρα.
έχω τα κεριά, εμένα
κι ένα ειδυλλιακό ημίφως
όποιος και νάρθει τα κεριά θα χαρεί
και το ημίφως.
εντέχνως του κρύβω τον ουρανό

τ’ άλλα δεν μ’ ενδιαφέρουν.

ανέκδοτο
είναι ένας ήλιος αιμοβόρος
σε θέλει ολόδικό του
σαν περπατάς από κάτω του χαμογελάς
όταν χάνεσαι εξώρας
ανεπίκαιρο το χάδι του
η οψιμότης σου εμπρόθεσμη
όχι για εκείνον
σαν τον ανταμώσεις
επωφελήσου της διαχυτικότητας
ενθυμήσου.
έτσι περπάτησα σήμερα
μ’ ένα σκουφί πράσινο, απ’ τον δρόμο αγορασμένο
να κρύψω την αχτενισιά την επίκαιρη
και χάθηκα στα στενά τ’ ανήλιαγα
πάγωσα

το ψεύτικο εξαπάτησε και τον εαυτό του.

ανέκδοτο
κι ύστερα εμετρήθησαν
δύο είναι λίγοι

από τρεις και πάνω εόρτασαν την μοναξιά τους.

ανέκδοτο

15.3.15

αλήτης ο θάνατος
γι’ αυτό ανταμώνει με τον έρωτα.


ανέκδοτο
άγρια η χαρά της δημοσιοποίησης δολοφονίας
έδεσμα δακρύων στο πιάτο 
είναι για να ξεχνάς την κονσέρβα σου
που μόλις έληξε.


ανέκδοτο
είχε τεράστια βιβλιοθήκη
πολύ μορφωμένος άνθρωπος
ιστοθετούσε τις λέξεις κι αρμένιζες
μ’ ένα σωληνάκι αγαπούσε
μόλις τούχαν αφαιρέσει την καρδιά.


ανέκδοτο
είναι και κάτι αστέρια, δεν περιμένουν να βραδυάσει
φωτίζουν και τις μέρες μας.


ανέκδοτο

23.2.15

μια ζωή σε νούμερα / έλα να παίξουμε αριθμούς

ένα/
γεννήθηκες σαν ένα και νόμιζες πως δεν θα κλάψει ένα αδελφάκι
δύο ή δυο/
στο δέλτα του ποταμού ξεβράζονται δυο θλίψεις
τρία/
μεγαλώνουμε στην τροία
τρία ξύλινα αλογάκια στο καταφύγιο
τέσσερα/
τα πόδια του τραπεζιού τέσσερα
τέσσερις οι στρώσεις του τραπεζομάντηλου
πέντε/
έλα κι αυξηθήκαμε, πέντε κι έχει και πουνέντε
έξι/
παίζεις με το σέξυ
έξι οι απορίες σου
επτά/
είσοδος στην αίθουσα των αμαρτημάτων
επτά, σεπτά τα ήθη σού φωνάζουν
οκτώ/
κάθε πρωί στις οκτώ και να δουλεύεις, ε;
εννιά/
κι έχει εννιά ο μήνας
πότε θα το πεις;
δέκα/
πάμε πάλι απ’ την αρχή
το ένα με το μηδέν ποτέ δεν κάνουν προκοπή.


ανέκδοτο

22.2.15


αγαπάμε τα μανιτάρια αλλά κάποια είναι δηλητηριώδη κι εσύ τα μάζευες αδιακρίτως εμφάνισης και αρώματος και τα μοίραζες σ’ όσους αγαπούσες απ’ το καλαθάκι σου με προτροπές «έλα, μαγείρεψέ τα να φάμε και να χορέψουμε»
τόσο πολύ τ’ αγαπούσες κι εμείς πιστοί στη γεύση τα δοκιμάζαμε και κάποιοι άπιστοι προειδοποιούσαν για την επικινδυνότητα μιας κάποιας δηλητηρίασης κι είχαν μια γεύση μα μια γεύση! σαν το σκοτάδι που φώτιζε απ’ τις ανάσες μας και ποτέ δεν μετανιώσαμε για το δηλητηριώδες μόνο κάπου κάπου θυμόμασταν εκείνα τα πάντα σωστά προς βρώσιν τότε που είμασταν παιδιά.

ανέκδοτο