26.10.13

με κόλλες χαρτιού είμαστε ντυμένοι, είπε
γραμμένες με αχ και χα
κιτρινισμένες
γυαλιστερές και χρωματιστές 
σκληρές και δύσχρηστες
όλοι γραμμένες κόλλες...
κι εγώ πού στο διάολο γράφω τόσο καιρό?
πάνω στα γραμμένα μουτζουρώνω?
μια κόλλα μου αναλογούσε
έγειρε το μελάνι και το φώς της κύλησε στο κάρβουνο.
εκεί, κάτω στο δρόμο χαρίζουν δέκα κόλλες, είπε
δεν τις πουλάνε, τις χαρίζουν
κανείς δεν τις θέλει
λίγοι τρελοί στήθηκαν στη σειρά και παρακαλάνε.
να την διεκδικήσω?
δεν ξέρω τον τρόπο.

είναι τόσο λίγοι οι τρελοί αυτού του κόσμου
κανείς δεν σκέφτηκε να παραγγείλει κόλλες και γι’ αυτούς
γι’ αυτούς που τις ξεσκίσανε.


ανέκδοτο

25.10.13

σαμπρέλα/
τα σκοτεινά νερά 
τα νερά με φύκια με διώχνουν
σαν αράχνη τυλίγεται η σκέψη όταν τα βλέπω
κολυμπάω γρήγορα κι απομακρύνομαι
όταν δεν τα καταφέρνω ορύομαι
προσπαθώ
κάποιες φορές απομακρύνομαι μ’ επιτυχία
άλλες φορές απολαμβάνω το ανεπιτυχές της προσπάθειας
μα όλες τις φορές προσπαθώ
πάντα εύχομαι νάρθει η στιγμή
που θα κολυμπάω και δεν θα τα καταφέρνω
θ’ απλώνω τα χέρια μου
ίσα ίσα να μη βουλιάζω
και θάσαι εκεί σαν σωσίβιο
από εκείνα τα μεγάλα τα μαύρα και σταθερά
που ποτέ δεν έβαλα
αλλά που τώρα θα φορέσω
έστω και για ν’ αναβιώσω ταινίες του ‘60
τελείως κινηματογραφικά το λέω
άλλωστε είμαι αδιάφορη σ’ ό,τι δεν είναι σινεμά
πού θα φάω τον πασατέμπο μου?


ανέκδοτο

περισσότερο κι απ’ τις ξύλινες γλώσσες φοβάμαι τις πλαστικές, εκείνες τις εύκαμπτες ανάλογα με την περίσταση.

ανέκδοτο
το πρωί είναι όμορφα
άδεια η πλατεία
σταγόνες πράσινο στα μάτια μου
παγκάκια καθαρά απ’ τις φωνές τους
όταν βραδιάζει λάμπει η πλατεία
μαλάκα, πουτάνα, πούστη
ήρθαν οι φωνές επιτέλους!

ανέκδοτο

24.10.13


"η μητέρα μου αγάπησε και αγαπήθηκε"
είπε η perditta
-αναρωτιέμαι πόσο εύκολο είναι να ξέρεις αν κάποιος αγάπησε και πολύ περισσότερο αν αγαπήθηκε και ακόμη περισσότερο αν και τα δύο-

η μητέρα μου λέει πως αγάπησε
εγώ καταλαβαίνω πως όχι
η μητέρα μου δεν δήλωσε ποτέ αν αγαπήθηκε
κανείς δεν την ρώτησε άλλωστε
εμείς στο σπίτι μας παίζαμε κρυφτό
καμμιά φορά και γκρινιάρη
στις γιορτές λίγο πιάνο
και στις αργίες σιωπή.
πάσχα και χριστούγεννα σερβίραμε γέλια με καυγάδες
τα καλοκαίρια πνίγαμε όσες σμέρνες ήταν εύκαιρες
και ρουφούσαμε αλάτι με άμμο.
θάλεγε κανείς πως η μητέρα μου αγάπησε και αγαπήθηκε όσο της αναλογούσε
πάντα τα μετρούσε επί τοις εκατό
είναι σίγουρο πως κάποιο ποσοστό μας κρατάει κρυμμένο.

ανέκδοτο

16.10.13

τους φαντάζομαι τους ποιητές
άλλοτε γυμνούς
μερικές φορές σε καταγώγια
κάποιες στιγμές μεθυσμένους
ερωτευμένους
σιωπηλούς ή και φλύαρους
γι’ αυτό σας παρακαλώ μην δημοσιεύετε φωτογραφίες τους
φοβάμαι πως δεν θα ξαναδιαβάσω ποίηση.



ανέκδοτο

13.10.13

προηγουμένως που πήγα για φαγητό, ένας παραδίπλα παρήγγειλε ένα πιάτο "μεταμόρφωση του κάφκα" τόλεγαν.περίεργο, μόνος περίμενε τον γκοντό κι έτρωγε κάφκα.

ανέκδοτο
ο σπειροειδής άξονας μιας βίδας και το σκουριασμένο κλειδί του διανυκτερεύοντος φαρμακείου ήταν το πρόβλημα.είχα ευχηθεί νάναι ψιλικατζίδικο το διανυκτερεύον, αλλά οι ευχές, ως γνωστόν, πιάνουν στους ανίδεους.ομολογώ πως εγώ ήμουν υποψιασμένη.την προηγούμενη μέρα διανυκτέρευε το περίπτερο και όλα ήταν απλά.ούτε συνταγή ούτε τίποτα.άσε που δεν πλήρωσα, θα τάδινα αργότερα, ήμουν εχέγγυο άτομο για τον περιπτερά.το φαρμακείο όμως έχει μια επισημότητα, μια επιστημοσύνη, ένα ατιτιούντ, έχει το νόμιμο.έτσι αποφάσισα να το διαρρήξω.πρωτάρα και άσχετη.πού να ξέρω από βίδες και σκουριές.μάτωσα τα χέρια μου, κοκκίνησαν τα μάτια μου από αγανακτισμό και δεν κατάφερα τίποτε.μόνο την κλεισούρα και την μούχλα πρόλαβα να μυρίσω.αρκούσε.κάθισα στο πεζοδρόμιο και βούλιαξα στο πάπλωμα του αγαπημένου άστεγου.κουκουλώθηκα και ανάσανα με ικανοποίηση.κάτι μπάτσοι που περνούσαν ενόχλησαν το ελαφρύ μέσα μου για λίγο αλλά το παράβλεψα.ήταν ζεστά χωρίς φαρμακείο.

ανέκδοτο

11.10.13


δεν αποκηρύσσονται οι ποιητές
που και που
μας επιτρέπουν να καταπίνουμε χιούμορ
και σαν αδέκαστοι κριτές
περιγελούν όλους όσους δεν καταννοούν
την μικρότητά μας, τον σαρκασμό μας
το λίγο μας 
τυλιγμένο σε γάζες
αιμόφυρτο σαν συντεχνία
να συντηρεί το μεγαλείο τους.

ανέκδοτο

10.10.13

όταν με πιάνουν οι μαύρες μου 
εσύ ερμηνεύεις και λογαριάζεις 
όταν με πιάνουν τα κυκλοθυμικά μου
νάσαι εδώ
δεν ξέρω να γράφω στίχους για επαναστάσεις
τις νιώθω
αυτό το μέσα μου είναι ύπαρξη
σκιά
κι έχει πληγές πιο δυνατές απ’ τις επαναστάσεις σας
και χαρές πιο λαμπερές
έπειτα
είναι και ο αναγνωστάκης
τάπε όλα
κι όσα λέτε είναι επανάληψη για μάθηση ανίδεων
σπασμός ετοιμοθάνατων αγαπημένων.


ανέκδοτο
o «ρομαντικός επίλογος» ποτέ δε θα ξεμεθύσει
αμέθυστοι εμείς τον προσπερνάμε
δεν ήπιαμε «χαρούμενοι το αθώο νεράκι»
δεν «ήρθαμε σε ρήξη με το σώμα μας»
αλλά σε διαβάσαμε νίκο καρούζο
όλοι λέμε σε διαβάσαμε
απλώς γνωρίζαμε τον παρακείμενο
ο υπερσυντέλικός σου μας διέφυγε.
έτσι βουβοί παρακολουθούμε την κηδεία μας
ανίκανοι να πεθάνουμε από αγάπη
φτύνουμε τις "νυφίτσες"
αγαπάμε τους υπάκουους
βρωμίσαμε τις πηγές της καρδιάς μας
σε παρακούμε, σε διαβάζουμε
και το χειρότερο πετάμε χαρταετούς στα μνημόσυνα.


ανέκδοτο

7.10.13

σήμερα θα παίξουμε την μιζέρια μας στα ζάρια
θ’ ακούμε μια άρια
θα πίνουμε το τσάι μας με τα μάτια
θα χορεύουμε τάνγκο με τα χέρια
θα μασουλάμε κουλουράκια μέντας για να δακρύζουμε
και θα φυλάμε τσίλιες μπας κι εμφανιστεί απ’ την κλειδαρότρυπα η πεινασμένη χαρά
όποιος την δει πρώτος τιμωρείται με φυλάκιση ζωής

κοίτα...κανόνισε.

ανέκδοτο