30.10.12

οι συνδαιτημόνες

οι συνδαιτημόνες
ένθεν κακείθεν στο τραπέζι
σιγανές ματιές
μικρές μπουκιές
μαχαίρι και πηρούνι
κουβέντες με υπονοούμενα

μόνον για τους άλλους
λέξεις για τον εαυτό τους καμμία
έτσι θα σωθεί το καθόλου που ζουν
και που ονομάζουν κάτι,
οι συνδαιτημόνες.




ανέκδοτο

29.10.12


πάντα μ’ εκνεύριζαν οι ανορθογραφίες σου
ήταν το παιχνίδι μας
να μιλάς
να διορθώνω
να γράφω
να μην καταλαβαίνεις
να γελάς με τις απίστευτες λέξεις μου
να θυμώνω που δεν έχεις διαβάσει κανένα βιβλίο
να τα ξεχνάω όλα στα χέρια σου
πάντα μ’ εκνεύριζε η αμνησία μου.

ανέκδοτο
κι όταν σ’ αγκαλιάσω
θάναι θάνατος
ανταύγεια
αδυναμία
για το ύστερα
αλυσίδα 

να γλυστράει από πάνω σου
πουτίγκα
στο αγγλοσαξωνικό της
μεγαλοπιασίματα δηλαδή
για να μικραίνει ο έρωτας
να ξαφνιάζει
να γίνεται ένα με το τοπίο
που δεν ξέρεις να ζωγραφίζεις.




ανέκδοτο

18.10.12

το βελούδο


σήμερα ψιθυρίσαμε μικρούς κάκτους. όποτε ψιθυρίζω κάκτους θυμάμαι εκείνη τη μέρα που πέταξα το λευκό φουστάνι στο δρόμο. δεν ξέρω αν το βρήκε κανείς, εγώ πάντως έμεινα γυμνή. δεν μούχε φανεί καθόλου περίεργο, αντίθετα είχα ντυθεί το μέσα έξω κι ένιωθα όμορφα. όμως δεν ένιωθε καθόλου όμορφα ο μπαμπάς μου, και η Μαμά μου. θύμωσαν και κομμάτιασαν την κούκλα με το βελούδινο φόρεμα. χρόνια τη φύλαγαν γιατί ήταν δική μου. πήραν ένα μαχαίρι, το κράτησαν με τα δόντια μισό μισό και την ξεκοίλιασαν. έτσι έμεινα χωρίς παιχνίδια στα τριανταπέντε μου. ενηληκιώθηκα μέσα σ’ ένα φόνο.

ανέκδοτο

15.10.12

ας πούμε ιστορίες
εγώ θα μιλήσω για σβέλτα γεγονότα
με ροή
για καναπέδες που πετάνε
και για ροδάκινα εκτός εποχής
εσύ πες για διαμάντια

εκτός εποχής
και για τον βοσκό χωρίς πρόβατα
εκτός εποχής
μόνο μην πεις για πορσελάνες
είναι της εποχής.




ανέκδοτο





14.10.12

ικεσίες

άνοιξα το παράθυρο του αεροπλάνου. άρχισα να περπατάω πάνω στα σύννεφα.
ευτυχώς, είχε τόσα ώστε να μην κινδυνεύω να γκρεμοτσακιστώ.
ομολογώ πως τόκανα για εσάς αγαπημένε μου.
τα πίεσα, τα ποδοπάτησα, τα ζούληξα για νάχετε βροχή.
όταν βρέξει, θυμηθείτε το.

ανέκδοτο

9.10.12

είπα να σου γράψω ένα γράμμα
από κείνα τα παλιά
με γραμματόσημο
να σου πω, είμαι τρελή
να ρωτήσεις, για ποιο πράγμα;
να σου πω, για σένα
να πεις, δεν σε καταλαβαίνω
να πω, σε θέλω
να πεις, δεν σε καταλαβαίνω, πώς τολμάς έτσι απροκάλυπτα, είσαι και γυναίκα
να σου πω, πάει καιρός που τρελάθηκα απροκάλυπτα, ξέρεις...δεν...
να πεις, δεν με αφορά η εμμονή σου, είναι τρελά πράματα αυτά
να πω, μα σου είπα, είμαι τρελή για σένα
να μου πεις, νομίζω πως είσαι γενικά τρελή
να πω, ναι, αλλά τώρα είναι ειδικό
να πεις, παράτα με
και να βάλω και μια καρδούλα με λίγη βροχή απ’ τα μάτια μου
σαν τα παλιά τα γράμματα που ξεθώριασαν κι έγιναν μέηλ
μέηλ με ερωτοαπαντήσεις.

ανέκδοτο
ήταν να μην πω
να μη σκύψω έξω απ’ το παράθυρο
να μην μπω στο τούνελ
με το φως
με γυρισμένη πλάτη
με ακροβατικά

ολόκληρη
άδικο
πάντα μ’ έβλεπα ολόκληρη
αν εξαιρέσεις πέντε ηλίθιους που δεν μ’ έβλεπαν
αν εξαιρέσεις και πέντε καλούς κακούς κι άσχημους
αν εξαιρέσεις την εξαίρεση
στο τούνελ το μισογκρεμισμένο πάντα
το γεμάτο σκουπίδια
σαλιγκάρια και μαργαρίτες
αυτές οι τελευταίες έκαμναν τη διαφορά
από πονηριά δεν τις έκοβα
εκεί, σκαρφαλωμένες στο απέθαντο μιας ανένδοτης ανάσας
ώριμος καρπός με φωτεινές ρίγες
μαχαίρι γυαλιστερό
αστραπή, λειτουργός της θέμιδος
κορμί με πρόσωπο
κόκκινα μάτια
βρυκόλακας να πίνει βυσσινάδα με καλαμάκι
ασήμι και κάθετες ακτίνες επιβίωσης
αυτό λέγεται αίσθηση πραγματικότητας

στη γλώσσα σου.




ανέκδοτο

περί άχερων αχύρων

άχερα τάλεγε η γιαγιά η μικρασιάτισα
άχερα 

κι εγώ νόμιζα χωρίς χέρια
τ’ άχυρα εννοούσε
πέρασαν χρόνια μέχρι να τα ταυτοποιήσω
διάβασα πολύ
κατάλαβα όσα

δείλιασα
αλλά τ’ άχερα ήταν εκεί
στο σκαλί μιας επανόρθωσης που ποτέ δεν κατάλαβα
ώσπου ήρθες εσύ
κι έλαμψαν
τ’ άχερα-άχυρα.




ανέκδοτο

4.10.12

καλημέρα κύριε κρίστοφερ λη

αν ήμουν ταινία θάμουν θρίλερ
ασπρόμαυρο
χωρίς αίματα
με φόβο κοινωνικής ανασφάλειας
με υπόνοιες αυθαιρεσίας εξουσίας
με μικροπαραβάσεις
με περιθωριακούς που γράφουν στους τοίχους
που κολλάνε αφίσες
αποσπασμένους απ’ αυτό που ακούγεται σαν κοινωνία
με μίσος αναίτιο

θάμουν μονταρισμένη στο ρυθμό της αναπνοής μου
πλάνα μέδουσες γυαλιστερές
γροθιές στο σαγόνι
καταγγελία
φτύσιμο
κι όσο το σκέφτομαι θάθελα νάχει και αίμα
αν ήμουν φιλμ
κι όχι ντοκυμανταίρ.




ανέκδοτο

2.10.12

σαν ξύλινη υπέρβαση

στο χαρτοκιβώτιο η κούκλα η παλιά
δεν μπορεί να σφίξει τη γροθιά της
ούτε να μιλήσει σαν εκείνα τα δυνατά κορίτσια
που δεν εξαρτώνται από εξωτερικά ερεθίσματα
λάθος κούκλα μου χάρισαν

κοίτα την, να!
γεμάτη παλιατζούρες η αποθήκη
λιμνάζει σε ποταμό ξύλινο
τί παράξενο!
όταν θέλω να την κοιτάξω
την πετάω στο πάτωμα
διαλέγω βλέμμα υπερβατικό
και τότε, ναι
σφίγγει τη γροθιά της χωρίς εξωτερικά ερεθίσματα.




ανέκδοτο




κατάθεση πιστοποιητικού

μάνα μάνα μάνα μάνα
μόνο μάνα